28/02/2022
–Ο βαθμός εμπλοκής μίας χώρας σε μια πολεμική σύρραξη έξω από τα σύνορά της εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, σίγουρα όμως δεν ταιριάζει με μια πολιτική αυστηρά προσανατολισμένη στην υπόθεση της ειρήνης και της επικράτησης της διπλωματίας. Η Ελλάδα καταδίκασε την ρωσική εισβολή και διπλωματικά στάθηκε στο πλευρό της Ουκρανίας, ενώ υποστήριξε κι αυτή τις κυρώσεις από την ΕΕ.
Ωστόσο η αποστολή στρατιωτικού υλικού, μια μορφή εμπλοκής στην πολεμική σύρραξη, δεν μπορεί να θεωρείται αυτονόητη. Ας θυμηθούμε και τον ΓΓ του ΝΑΤΟ Στόλτενμπεργκ, όταν έσπευσε να δηλώσει ότι η Συμμαχία ενισχύει τις χώρες – μέλη της και δεν έθεσε θέμα χρήσης στρατιωτικών δυνάμεων στην Ουκρανία.
Επίσης, η αποστολή οπλικών συστημάτων στην Ουκρανία απέναντι στη Ρωσία, μια χώρα με την οποία η Ελλάδα διατηρεί ισχυρούς διπλωματικούς, ιστορικούς και οικονομικούς δεσμούς, δεν μπορεί να είναι μια απόφαση μόνο του πρωθυπουργού. Υπήρχε χρόνος για τη σύγκλιση του Συμβουλίου των πολιτικών αρχηγών, για την ανταλλαγή απόψεων σε ένα τόσο σοβαρό θέμα που έχει να κάνει και με το μέλλον, με την ενεργειακή επάρκεια και άλλα ζητήματα.
Ίσως η κυβέρνηση του Κ. Μητσοτάκη να θέλει να εξοικειωθούμε με την αποστολή στρατιωτικού υλικού και αργότερα προσωπικού σε μια εμπόλεμη ζώνη. Ίσως έτσι να «καταπιούμε» πιο εύκολα και τους Έλληνες στρατιώτες στο Μάλι. Αλλά είναι τα δικά μας παιδιά αυτά που θα στείλει…